Παύση στις ταινίες. Έτυχε χθες να συζητάω με έναν φίλο μου για τη ζωή στην Αθήνα και καταλήξαμε στο ότι κάτι το αυτονόητο, όπως το να σου πει καλημέρα ο γείτονάς σου σε μία πολυκατοικία, αποτελεί μία σπίθα ελπίδας για εμάς τους 2 τουλάχιστον, που έχουμε συνηθίσει την πιο φιλική ατμόσφαιρα της επαρχίας. Σήμερα μου ήρθε στο μυαλό το κεφάλαιο "Η Επιστροφή" από το βιβλίο του Νίκου Δήμου "Οι Νέοι Έλληνες" . Το βιβλίο που έχω εκδόθηκε το 1984, αλλά παραμένει εκνευριστικά επίκαιρο. Ακολουθούν αποσπάσματα του κεφαλαίου.
Στην Ελλάδα οι νεκροί ταξιδεύουν. Στους μεγάλους εθνικούς μας δρόμους συνάντησα, τις μέρες αυτές, πολλούς νεκρούς ανάμεσα στους ζωντανούς. Οι ζωντανοί ήσαν οδηγοί, αλλά οι νεκροί τους οδηγούσαν. Καθημερινή. Ελάχιστη κίνηση, μονάχα φορτηγά, λεωφορεία, ταξί. Σχεδόν καθόλου επιβατικά. Οι πιο άδειοι δρόμοι της Ευρώπης. Πίσω από κάθε δεύτερο ταξί ή Ι.Χ., προσεκτικά τυλιγμένο, ένα φέρετρο.
Στην Ελλάδα οι νεκροί ταξιδεύουν. Επιστρέφουν στις πρώτες πατρίδες. Όπως έγραψε ο Χριστιανόπουλος: Θέλουν να τιμήσουν με το πτώμα τους την πατρίδα που αρνήθηκαν με το σώμα τους.
Σ' αυτό το εγκάρσιο στερνό ταξίδι κρύβεται όλη η μοναξιά και η τραγωδία του σύγχρονου Έλληνα. Γιατί γυρίζει πίσω? Τί ελπίζει? Ότι η ανάσταση, στη δευτέρα παρουσία, θα είναι πιο εύκολη από το μικρό κοιμητήρι του χωριού? (...) Ίσως πάλι να είναι οι συσσωρευμένες τύψεις μιας ζωής, που επιτάσσουν την τελευταία επιθυμία: "Να με θάψετε στο χωριό". (...) Δύσκολο να πεθάνεις στην Αθήνα. Ποιός θα σε νεκροστολίσει, ποιός θα σε κλάψει, ποιος θα σε μοιρολογήσει; Στο χωριό ξέρουν ακόμη να αντιμετωπίζουν το θάνατο με όλο το παραδοσιακό τυπικό του.
Μήπως όμως δεν είναι εξίσου δύσκολο να ζήσεις στην Αθήνα; Όλες αυτές οι αξίες που αναζητάς γυρίζοντας νεκρός στον τόπο σου, δεν σου λείπουν και στη ζωή σου; Μόνο που δεν μπορείς να το καταλάβεις. Όσο είσαι στη μεγαλούπολη τρέχεις - κυνηγώντας χρήματα, αξιώματα, διασκεδάσεις. Τρέχεις. Μόλις σταματήσεις όμως (οριστικά) θέλεις να γυρίσεις πίσω.
Κάποτε στην Αθήνα τους έφερνε η πείνα. Σήμερα φαγητό έχει και στο χωριό και στην κωμόπολη. Και χρήμα έχει, και ηλεκτρικό, και νερό, και τηλεόραση.
ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΤΗ "ΜΕΓΑΛΗ ΖΩΗ"
Ούτε στην Αθήνα έχει βέβαια τη μεγάλη ζωή. Μόνο που θα σου πάρει μια ζωή να το καταλάβεις. (...) Εδώ φτάσαμε και οι λίγοι "Αθηναίοι" να μην ανήκουμε πια στην Αθήνα. Έτσι απάνθρωπη που έγινε αυτή η πόλη, τί σχέση έχει με τη γειτονιά που μεγαλώσαμε πριν σαράντα τόσα χρόνια; (...) Παράδοση δεν σημαίνει να παραδίνεσαι κι εμείς παραδοθήκαμε χωρίς όρους στους μέσα και έξω κατακτητές. Τίποτα δεν κρατήσαμε - και πώς να γίνει; Καλπάζοντας ήρθε η πλημμυρίδα των καινούριων, γρήγορα γίναμε μειοψηφία, ώστε που νιώσαμε πρόσφυγες στο δικό μας τόπο. Οι πολυκατοικίες δεν χτίστηκαν για μας, εμείς σπίτια είχαμε... Χτίστηκαν όμως από εμάς, για τους άλλους. Και τώρα εμείς είμαστε πιο ξεριζωμένοι από αυτούς - που έχουν στο κάτω-κάτω της γραφής ένα χωριό να πάνε για Πάσχα, για Χριστούγεννα, για διακοπές ή για θάνατο. Εμείς στην Αθήνα πού να ψήσουμε το αρνί, ή που να πηδήξουμε τις φωτιές του Άι-Γιάννη - ανάμεσα στα παρκαρισμένα αυτοκίνητα; (...) Και ποιος είναι τελικά ο τόπος μας εμάς; Εκεί που πεθαίνουμε ή εκεί που ζούμε; Και ποιο είναι το πρόσωπό μας;
Kala re koraki, oti sizitame to vradi kathesai kai to grafeis? Mpravo re...
ΑπάντησηΔιαγραφήNwris tin eides tin anartisi re!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή